Κώστας Γεωργουσόπουλος: Ο Aυτόχθων εναντίον ετεροχθόνων

φωτόμορφος εναντίον «ερεβομανών»

μυροβόλος εναντίον «κοπροκρατών»

Του Μανώλη Βασιλάκη* 

 

«Είμαστε όλοι εθνοκτόνοι»

Ένα πολεμικό κείμενο ή, ακριβέστερα, ένα υβρεολόγιο του ελλαδοέλληνα Κώστα Γεωργουσόπουλου εναντίον του Βασίλη Λαμπρόπουλου, καθηγητή στην Έδρα Νεοελληνικών Σπουδών Κ. Π. Καβάφη στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν των ΗΠΑ, πυροδότησε τις αντιδράσεις αρκετών σοβαρών επιστημόνων που υπερασπίστηκαν τον ετερόχθονα από τον πνευματικό τραμπουκισμό του αυτόχθονα – και το σημειώνω με τη διάκριση που γινόταν το 1844 όταν ψηφιζόταν ο επαίσχυντος νόμος περί αυτοχθόνων και ετεροχθόνων, τουλάχιστον όσον αφορά τον φθόνο και το σύμπλεγμα κατωτερότητας. Αφορμή της επίθεσης του αρχοντοχωριάτη στον Β. Λαμπρόπουλο ήταν μια συνέντευξη του τελευταίου η οποία δημοσιεύθηκε στη στήλη «Πατριδογνωσία» της Άννας Γριμάνη, στο ένθετο περιοδικό «Κ» της Καθημερινής (10.2.2008). Τα κείμενα του εντύπου αυτού δεν υπάρχουν στο Ίντερνετ και ως εκ τούτου το πλήρες κείμενο της συνέντευξης δεν είναι ευρέως γνωστό, παρά μόνον τα αποσπάσματα που δημοσίευσε ο Κ. Γεωργουσόπουλος. Γι’ αυτό θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω ολόκληρη τη συνέντευξη, ώστε να κρίνουν οι αναγνώστες με βάση το πλήρες κείμενο και όχι τα αποσπάσματα βάσει των οποίων τον στηλιτεύει ο Κ.Γ. Αν παρεμβαίνω είναι γιατί με σοκάρει το απύθμενο θράσος του φωτόμορφου τέκνου της Ελλάδος Κ. Γεωργουσόπουλου να καθυβρίζει ένα τόσο μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας κραδαίνοντας εν είδει λαβάρου «Εν τούτω νίκα» τους στίχους του Ελύτη: «Σελτζούκοι, ροπαλοφόροι καραδοκούν / χαγάνοι, ορνεοκέφαλοι βυσσοδομούν / σκυλοκοίτες και νεκρόσιτοι κι ερεβομανείς / κοπροκρατούν το μέλλον». Ναι, τέτοιοι είναι όσοι επιστήμονες διαφωνούν με τον ιδιοτελή επαρχιωτικό εθνικισμό και τη δημοσιογραφία της αυθεντίας Του. 

Βασίλης Λαμπρόπουλος: «Με χαλάει η προγονολατρία που εστιάζεται στις χαμένες πατρίδες»

– Η ελληνικότητα είναι αίσθημα ή συνείδηση;

Η «ελληνικότητα» ήταν ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα διανοουμένων του Μεσοπολέμου το οποίο δημιουργήθηκε μετά τον ανεπανόρθωτο τραυματισμό του οικουμενικού Ελληνισμού το 1922. Αντικατέστησε τον κοσμοπολιτισμό ενός Καβάφη με την τοπογραφία ενός Ελύτη, προσφέροντας αίσθημα για συνείδηση. Έτσι, η αισθητική της «ελληνικότητας» έγινε η ηθική του Ελλαδισμού και άνθησε για μισό αιώνα περίπου. Στη δεκαετία του 1990 έχασε και το πολιτιστικό και το πνευματικό της κύρος και σήμερα επιβιώνει μόνο στους χώρους του υψηλού ή δημώδους λαϊκισμού. Αποτελεί πλέον αντικείμενο ιστορικής μελέτης μαζί με παλαιότερα κινήματα, όπως ο Ρομαντισμός και ο Συμβολισμός. Εδώ και είκοσι χρόνια, η διερεύνηση της μείξης και της υβριδικότητας έχει θέσει τις αντιλήψεις περί Ελληνισμού σε μια νέα, πλουσιότατη προβληματική, στην οποία συμβάλλουν τόσο οι τέχνες όσο και οι επιστήμες.  


– Τι πιο μικρό ελληνικό αγάπησα.

Το κάλεσμα του κόρνου και η απάντηση του πιάνου στην αρχή του 2ου κοντσέρτου του Μπραμς. Είναι κάτι που εγώ έπλασα ελληνικό κι έτσι λειτουργεί έξω από συμβατικούς προσδιορισμούς. 

– Η υπέροχη εκδοχή του Έλληνα.

Ο Έλληνας είναι υπέροχος όταν παύει να χρησιμοποιεί το δεκανίκι της εθνικής ταύτισης και πορεύεται αυτόνομος και γενικά όταν δεν αντλεί ούτε δικαίωση ούτε ενότητα από την προσκόλλησή του σε κάποιο συλλογικό μεγαλείο. Ο υπέροχος Έλλην δεν σε κάνει ποτέ να συνδέεις την υπεροχή με την καταγωγή του.

– Αυτό που με χαλάει.

 

Η προγονολατρία που εστιάζεται στις «χαμένες πατρίδες» και συντελεί στο να αγνοούνται οι υπάρχουσες πατρίδες. Η νοσταλγία για Σμύρνη, Αλεξάνδρεια και Οδησσό που ενθαρρύνει την αδιαφορία για Ντιτρόιτ, Μελβούρνη και Τορόντο. Η εμμονή για ό,τι παρήλθε στη Μεσόγειο, που κλείνει τα μάτια σε ό,τι αναπτύσσεται στον Ατλαντικό και στον Ειρηνικό. Η προσκόλληση στην έννοια της αποδημίας ενώ ζούμε στον αιώνα της διασποράς. (Φυσικά και υπήρξε ένας πλούσιος λεβαντίνικος κόσμος, φυσικά και υπάρχει μετανάστευση. Αλλά δεν υπάρχει λόγος να αίρονται σε εθνικά σύμβολα και να μονοπωλούν τον ελληνικό κοσμοπολιτισμό.) 

 – Προσόν ή μειονέκτημα να είσαι Έλληνας σήμερα;

Προσόν όταν θεωρείται ιδιότητα προς διεκδίκηση, μειονέκτημα όταν εκλαμβάνεται σαν ταυτότητα προς κατοχύρωση.  

– Παράγει πολιτισμό ο Έλληνας της νέας εποχής ή μένει κολλημένος σε μια ρητορική ελληνικότητα;

 

Καθημερινά, εκατομμύρια ανθρώπων παράγουν πολιτισμό αναπτύσσοντας γόνιμο διάλογο με την ελληνική σκέψη, τέχνη κι επιστήμη όλων των εποχών. Ορισμένοι φιλέρευνοι Έλληνες συμμετέχουν ενεργά και ισότιμα σε αυτό τον οικουμενικό διάλογο ενώ άλλοι, από αδράνεια, άγνοια ή αυταρέσκεια, απέχουν. – Με ποια ταυτότητα οι Έλληνες περιέρχονται στον σύγχρονο κόσμο;Με την ταυτότητα ενός «Τζον Σμιθ», 20χρoνου φοιτητή στο Πανεπιστήμιο Μίσιγκαν που, επειδή ακούει πως είχε κάποια Ελληνίδα προγιαγιά, παρακολουθεί ένα-δυο νεοελληνικά μαθήματα για να δει αν κάτι τον συνδέει με αυτή τη μακρινή πλευρά της καταγωγής του (περισσότερο, ας πούμε, από την ιταλική ή τη μεξικανική). Αυτό θα αποτελέσει μια προσωπική απόφαση, που θα χρειαστεί χρόνο και δεν ξέρουμε ακόμη πού θα καταλήξει. Η ταυτότητα συνιστά διακύβευμα.  – Το ελληνικό μου «γιατί» κι ένα «πρέπει» που πέταξα.Αναρωτιέμαι γιατί η δημοκρατία διαπράττει συχνά ύβρη και αυτοκαταστρέφεται. Πέταξα τη σεφερική εντολή: «Δέξου ποιος είσαι. / Το ποίημα… / Θρέψε το με το χώμα και το βράχο που έχεις. / Τα περισσότερα / σκάψε στον ίδιο τόπο να τα βρεις». – Ο Έλληνας ποιητής μου.Ο Dionisio conte Salamon, νόθος γιος, γεννημένος Γάλλος πολίτης, εβραϊκής καταγωγής, που έζησε σε ένα βρετανικό προτεκτοράτο μιλώντας Ιταλικά και δεν πήγε στην ελεύθερη Ελλάδα αφού την βρήκε σε Γερμανούς συγγραφείς. – Η αδιαπραγμάτευτη ελληνική αλήθεια μου.Κάθε αλήθεια είναι αδιαπραγμάτευτη και μάλιστα οι ελληνικές. Μια απόλυτη αλήθεια δεν είναι ελληνική, είναι θεοκρατική. Μόνον όποιος στερείται αυτοπεποίθησης έχει ανάγκη την αδιαλλαξία και αρνείται να διαπραγματευθεί.  

– Η Οδός των Ελλήνων στον παγκόσμιο χάρτη – ορίστε την.

Η Οδός των Ελλήνων εκεί που ζω είναι κεντρόφυγος: οδηγεί μακριά και επιζητεί το διαφορετικό. Είναι η οδός εκείνων που έφυγαν από την όποια εστία τους για να γίνουν άλλοι Έλληνες, εκείνων που γίνονται Έλληνες διαφέροντας αλλού. Οι δικοί μου Έλληνες είναι πλάνητες πολίτες του παγκόσμιου Ελληνισμού: δεν έφτασαν στην πατρίδα τους διότι παραμένουν καθ’ οδόν εφευρίσκοντας και ανασκευάζοντάς την. Πατριδογνωσία και πατριδοκλασία είναι αλληλένδετα.  

* Ο Βασίλης Λαμπρόπουλος κατέχει την Έδρα Νεοελληνικών Σπουδών Κ. Π. Καβάφη στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν της Αμερικής. 

 

 

*** 

Αυτά έλεγε ο Β. Λαμπρόπουλος στις 10.2.2008. Και τότε σήκωσε τη ρομφαία του ο Κ. Γεωργουσόπουλος, γράφοντας με τίτλο «Οικουμενικοί Μιτσιγκάνοι» (Τα Νέα, 16.2.2008) διάφορα εξυπναδίστικα: «Ξαναχτύπησε η κυρία Πάνια της νεοελληνικής φιλολογίας!! Γιατί υπάρχουν και τα τοκ σόου της λογοτεχνικής και φιλολογικής αγοράς. Όπου κάτι σαλτιμπάγκοι σόουμαν εξευτελίζουν έργα και συγγραφείς…». Έκανε λόγο για τους «υπερπόντιους καθηγητάδες που για να γίνουν αρεστοί στους πετρελαιάδες σπόνσορες των πανεπιστημίων τους στην πολυπολιτισμική Αμερική αποσκορακίζουν την εθνική τους Παιδεία και την εθνική τους Λογοτεχνία». Τον χαρακτήρισε «μπουμπούνα» και «πολιτισμικά σχιζοφρενή εθνοκτόνο με το πριόνι» κ.λπ., σύμφωνα με το ήθος γραφής του.

Με επιστολή του η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Τα Νέα της 23.2.2008, με τίτλο «Ο εξευτελισμός του δημοσίου διαλόγου», ο καθηγητής Αντώνης Λιάκος προσπάθησε να υπερασπισθεί τον Β. Λαμπρόπουλο υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται «για έναν φιλόλογο διεθνούς διαμετρήματος», με σαφή αιχμή στον Κ.Γ. για την «ελληνικότητα» που υπερασπίζεται «το κατεστημένο αυτό [η οποία] είναι ανταλλάξιμη με τα προνόμια και την ασυλία του». Στο σύντομο κείμενο της επιστολής του διατύπωνε και τον σαφή υπαινιγμό: «Αν πρέπει να αντιδράσουμε, είναι γιατί τελικά εκείνο που εξευτελίζεται και δηλητηριάζεται είναι ο δημόσιος διάλογος για οτιδήποτε καινούργιο ή διαφορετικό φαίνεται να απειλεί το κατεστημένο που σχηματίστηκε με κρατικές επιχορηγήσεις και κυριαρχεί στη νεοελληνική κουλτούρα από τον καιρό της Μεταπολίτευσης (λ.χ., στην περίπτωση αυτή, μονοπώλιο των μεταφράσεων αρχαίων έργων που ανεβάζουν τα κρατικά θέατρα κ.ά.).». Του ανταπάντησε ο αρχοντοχωριάτης: «Ο κ. Λιάκος τσίμπησε, να δείτε, θα μαζευτούν κι άλλοι να τσιμπήσουν το δόλωμα και θα τους γνωρίσουμε όλους», διαστρέφοντας μάλιστα τα γραφόμενά του που για λόγους οικονομίας ήταν συνεπτυγμένα.

 

Ένα πορτρέτο του «εθνοκτόνου» Β. Λαμπρόπουλου τον οποίον υπερασπιζόταν ο επίσης «εθνοκτόνος» Α. Λιάκος είχε παρουσιάσει μαζί με συνέντευξή του στην ίδια εφημερίδα η  Μικέλα Χαρτουλάρη με τίτλο «Βασίλης Λαμπρόπουλος, Το “μαύρο πρόβατο” των καβαφιστών» (Τα Νέα, 18.2.2002), η οποία επεσήμαινε ότι «είναι ένας φιλόλογος που ενοχλεί. Ίσως γι’ αυτό πέτυχε τη χωρίς προηγούμενο προβολή του Καβάφη στην Αμερική».

Δύο ημέρες αργότερα έκανε παρέμβαση ο καθηγητής της Συγκριτικής Λογοτεχνίας και πρόεδρος της Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών στις ΗΠΑ Στάθης Γουργουρής, η οποία δημοσιεύθηκε με τίτλο «Η “επιφυλλίδα” περί Β. Λαμπρόπουλου» (Τα Νέα, 25.2.2008). Επεσήμαινε ότι ο Κ.Γ. είναι «ανήμπορος να κατανοήσει τις πολυσχιδείς μορφές μιας έννοιας. Οπότε, τι Κουμανούδης τι Βακαλό (ως προς τα περί “ελληνικότητας”), τι Κούμας τι Καστοριάδης (ως προς τα περί “αυτογνωσίας”)», για να καταλήξει τονίζοντας ότι «το δημοσιογραφικό έργο του κ. Γεωργουσόπουλου θα καταλογιστεί στην Ιστορία ως ένα από τα ογκωδέστερα λύμματα της Νεοελληνικής Γραμματείας (ναι, δεν γράφεται με η, ελληνικά μιλάμε)». Αυτό το παιχνίδι με τα λήμματα και λύματα, όπου συνέβη η αβλεψία να γράψει τελικά τα λύματα με δύο μι θα έδινε την αφορμή στον χοντράνθρωπο αργότερα να το επισημάνει με τους λεπτούς τρόπους που τον διακρίνουν. Όσον αφορά τις ύβρεις του Γεωργουσόπουλου εναντίον των ελλήνων επιστημόνων του εξωτερικού τόνιζε: «Μπορεί να έχει τη διαστροφή να υπηρετεί τον πιο νεάντερταλ αντιαμερικανισμό του δρόμου. Αλλά δεν επιτρέπεται να λοιδορεί το έργο Ελλήνων, που μακριά από κομματικά συμφέροντα και εθνικές μικροπολιτικές, εν μέσω των κορυφαίων πανεπιστημιακών του κόσμου (προερχομένων από όλα τα μέρη του κόσμου), προσπαθούν να μεγαλώσουν, έστω και λίγο, την Ελλάδα».

Στη διαμάχη παρενέβη η Κατερίνα Σχινά, με το άρθρο της «Μαθήματα ενός δασκάλου» (“Βιβλιοθήκη” Ελευθεροτυπίας, 29.2.2008) για να συνοψίσει με πικρό χιούμορ τα μαθήματα του Κ.Γ. και να επισημάνει την επιλεκτική ανάγνωση από τον Γεωργουσόπουλο των πρακτικών του συνεδρίου «Ελληνισμός και ελληνικότητα – ιδεολογικοί και βιωματικοί άξονες της νεοελληνικής κοινωνίας», τα οποία είχε επικαλεστεί για να χαρακτηρίσει «μπουμπούνα» τον Β. Λαμπρόπουλο. Για να καταλήξει με μια φράση του Δ. Μαρωνίτη από τον ίδιο τόμο, ότι «στην ποίηση και γενικότερα στην τέχνη ο Ελληνισμός μας φτάνει, η ελληνικότητα περισσεύει – και συχνά είναι εκ του πονηρού».

Νέα παρέμβαση, αυτή τη φορά του Δημήτρη Παπανικολάου, λέκτορα της Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, με τίτλο «Ελληνιστές ή αφελληνιστές;» (Τα Νέα, 1.3.2008). Ο Δ.Π., ανάμεσα σε άλλα εύστοχα επισημαίνει: «Αυτό που αντιπαρατίθεται όμως ουσιαστικά είναι από τη μια ένας λόγος αυτοσυνείδητα κεντρόφυγος, μεταεθνικός, συχνά αυτοϋπονομευόμενος, και στρατηγικά ευρετικός. Από την άλλη η κεντρομόλος σιγουριά της εθνικής παιδείας ως μεγέθους απόλυτου, η κριτική ομφαλοσκόπηση και η ετεροφοβία». Όμως, κατά τη γνώμη μου, πιο καίρια επισήμανσή του είναι ότι οι Λαμπρόπουλος και Γεωργουσόπουλος ανήκουν «σε δύο διαφορετικές “κοινότητες λόγου” που έχουν πάψει πια να επικοινωνούν μεταξύ τους», αν και νομίζω ότι ποτέ δεν μπόρεσαν να επικοινωνήσουν. [Το εξαιρετικό άρθρο του Δ. Παπανικολάου εδώ και η συνέχειά του εδώ].

Τότε πια ο Κ. Γεωργουσόπουλος, στο φύλλο της 1.3.2008, με τίτλο τον στίχο του Ελύτη «Χαγάνοι ορνεοκέφαλοι βυσσοδομούν» [και συνέχεια εδώ] επετέθη εναντίον όλων, εκείνων δηλαδή που… «τσίμπησαν» και πιάστηκαν στα δίχτυα που είχε ρίξει για να παγιδεύσει τους ανθελληνικά σκεπτόμενους: «Όταν πριν από δεκαπέντε ημέρες σ’ αυτήν εδώ τη σελίδα καταπιανόμουνα με τα έργα και τις ημέρες του κ. Βασίλη Λαμπρόπουλου, καθηγητή της έδρας Καβάφη στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν, περίμενα, όπως άλλωστε συνέβη και παλιότερα, πως θα ξεσκάριζαν σαν τα σαλιγκάρια (τα γνωστά ερπετά που αναρριχώνται με το γλοιώδες λόγω σάλιου σώμα τους) οι οπαδοί και οι συνοδοιπόροι του». Πρώτον παραλαμβάνει τον Α. Λιάκο, ο οποίος τάχα διαστρέβλωσε όσα έγραφε και τον αποκαλεί «καραμπινάτο συκοφάντη», τον οποίο απειλεί και με προσφυγή στα δικαστήρια (!)  «αν αμέσως δεν ζητήσει συγγνώμη». Στη συνέχεια επανέρχεται στον Β. Λαμπρόπουλο στηλιτεύοντάς γιατί με το άρθρο του «Η Ιστορία απέναντι στη λογοτεχνία» στη “Βιβλιοθήκη” της Ελευθεροτυπίας (8.2.2008) αυτός ο «εθνοκτόνος» κατεδαφιστής «δεν αφήνει τίποτε όρθιο». Και δεν θα παραλείψει να περιποιηθεί τον «έτερο σαλίγκαρο» Στάθη Γουργουρή. Τον Δ. Παπανικολάου δεν πρόλαβε να τον περιποιηθεί.

Λίγες ημέρες αργότερα ο Αντώνης Λιάκος θα απαντούσε στον αρχοντοχωριάτη με το άρθρο του «Ανεύθυνος ο ελιτίστικος λαϊκισμός» [η συνέχεια εδώ] (Τα Νέα, 8.3.2008). Όχι μόνο δεν θα ζητούσε συγγνώμη από αυτόν, αλλά θα παρέθετε στοιχεία των τελευταίων ετών που αποδεικνύουν ότι στις μισές παραστάσεις οι μεταφράσεις αρχαίων έργων στις κρατικές σκηνές είναι του Κ.Χ. Μύρη (δηλαδή του Γεωργουσόπουλου). Και κατέληγε με το συμπέρασμα: «Αν μια επιχείρηση που ελέγχει το 50% της αγοράς δεν ανήκει στα μονοπώλια, τότε θα έπρεπε να υποδείξουμε στη Siemens, στην General Μotors ή στην ΒΡ να εγγραφούν στο ταμείο ανεργίας! Και αν λογαριάσει κανείς ότι η μετάφραση αμείβεται με το 22% των εσόδων της παράστασης, μάλλον έχει κανείς λόγο να υπερασπίζει τα κεκτημένα με κάθε τρόπο. Ζητούμενο βέβαια είναι πώς μπορεί να λειτουργήσει κανείς ταυτόχρονα και ως προμηθευτής μεταφράσεων και ως κριτικός παραστάσεων που επηρεάζει τη ζήτηση. Αλλά αυτή είναι η παθολογία του παγιωμένου καθεστώτος με το οποίο λειτουργούν τα πολιτισμικά μας πράγματα εδώ και τρεις δεκαετίες». Ο K. Γεωργουσόπουλος δεν απάντησε σ’ αυτό το κείμενο του Α. Λιάκου ούτε απείλησε ξανά με προσφυγή στα δικαστήρια. Ασχολήθηκε με τις Απόκριες…  

 

 

Αθήνα 10.3.2008 

[*] Ο Μανώλης Βασιλάκης είναι συγγραφέας του βιβλίου «Η Μάστιγα του Θεού».

 

ΜΕΡΟΣ ΙΙ

Με παρέμβαση επί της ουσίας επανήλθε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια Στάθης Γουργουρής, με τίτλο «Η ελληνικότητα δεν είναι ουσία» (η συνέχειά του εδώ) από «Τα Νέα» της 15.3.2008 τονίζοντας: «Όπως κάθε εθνολογικός προσδιορισμός, η ελληνικότητα δεν είναι ουσία. Δεν υπήρχε ανέκαθεν, δεν γέννησε τους Έλληνες (Έλληνες υπήρχαν προτού αυτή εφευρεθεί από κάποιους Έλληνες) και θα συνεχίσει να υπάρχει μόνο αν οι Έλληνες εξακολουθούν να την θεωρούν έννοια που τους προσδιορίζει. Ο προσδιορισμός, όμως, δεν είναι ούτε απόλυτος ούτε αναλλοίωτος ούτε εκ Θεού προερχόμενος. Οι προσδιοριστικές δυνατότητες της ελληνικότητας αλλάζουν, καμιά φορά αυτοαναιρούνται και εφευρίσκονται ξανά, αλλιώς, και πολλαπλώς. Την (επαν)εφεύρεση της ελληνικότητας από τη Γενιά του ’30 δεν πρωτοσχολίασε ο Βασίλης Λαμπρόπουλος στην Αμερική, αλλά η Ελένη Βακαλό στην Αθήνα». Για να καταλήξει: «Από την εποχή του Κοραή συναντάμε το φαινόμενο να απορρίπτονται ιδέες ως ξενόφερτες, τότε φράγκικες, τώρα αμερικανικές, στο μέλλον πιθανόν κινεζικές. Το κόστος της απόρριψης δεν αφορά ποτέ τον έξω κόσμο. Αφορά και βαραίνει την ίδια την Ελλάδα, της αφαιρεί τις δυνάμεις να αναστοχαστεί τα λάθη της και να καλυτερεύσει ως κοινωνία. Όσοι φοβούνται την καταστροφή του Ελληνισμού να κοιτάξουν εκεί.

ΥΓ: Δεν έχω καμία φιλοδοξία να πρωτεύσω στις ύβρεις και τα ψεύδη, στη ζηλοφθονία και τη μικροπρέπεια, στην ασχετοσύνη και τη μικρόνοια. Το αφήνω στον κ. Γεωργουσόπουλο, ο οποίος και ταλαντούχος είναι σε αυτούς τους τομείς και δεν έχει τίποτε άλλο να κάνει».

Στο ίδιο φύλλο ο Τάκης Θεοδωρόπουλος με το άρθρο «Ελληνικότητα ναι, αλλά όχι με τους όρους της Γκόλφως» (και η συνέχεια εδώ) μιλoύσε για τον τρόμο μπροστά στην παγκομιοποίηση: «Ο εθνικός, γλωσσικός, θρησκευτικός ή και πολιτικός προστατευτισμός, με τους φανατισμούς που συνεπάγεται μπορεί να βολεύει τον τρόμο που μας προκαλούν τα μεγέθη του παγκόσμιου χωριού, όμως, εκτός τού ότι είναι πολλές φορές θανατηφόρος στην κυριολεξία, υπονομεύει τη διαπραγματευτική μας ικανότητα απέναντι στο παρόν». Και κατέληγε σχετικά με το «φάντασμα του τρόμου μας»: «Η “ελληνικότητα” ως στοιχείο της ταυτότητας είναι ένα στείρο, φοβικό σύμπλεγμα. Η “ελληνικότητα” ως εσωτερική ρωγμή, ως στοιχείο της δημιουργίας, παραλλαγμένη, μεταμορφωμένη, μεταλλαγμένη από μια δύναμη που ξεπερνάει τα όριά της και αυτοσαρκαζόμενη, έφτιαξε μερικά από τα σημαντικότερα έργα τέχνης της ιστορίας μας. Ο κόσμος μας πάσχει από πληθωρισμό ταυτοτήτων. Εκείνο που του λείπουν είναι τα έργα, αυτά που θα μας βοηθήσουν να ανακτήσουμε τη χαμένη εμπιστοσύνη απέναντι στον εαυτό μας, αυτά που θα μας βοηθήσουν να σταθούμε όρθιοι απέναντι στο φάντασμα του τρόμου μας». 

 

Ο Κ. Γεωργουσόπουλος, αφού έλαβε μέρος σε συζήτηση στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ στις 14.3.2008, υπό τον τίτλο «Η Τέχνη ως θύλακας αντίστασης ενάντια στην παγκοσμιοποίηση» (!), δείγμα της εθνικιστικής Ανοησίας, την επομένη ξιφούλκησε πάλι κατά των «εθνοκτόνων» από τη σελίδα του στα «Νέα» (15.3.2008), δίνοντάς τους μαθήματα περί του νοήματος και της συγκρότησης της Ελληνικότητας, επικαλούμενος τις διαφορετικές από τις σημερινές του απόψεις τις οποίες είχε διατυπώσει το μακρινό 1981, για να καταλήξει στο «δίδαγμα», καταπώς λέγανε οι δημοδιδάσκαλοι παλιά: «Έτσι, μεταμοντέρνοι μιτσιγγάνοι και η παρέα σας, ο Εβραίος Σάλαμον έλαβε την ελληνική ιθαγένεια γιατί έγραψε Ελληνικά! Γκέκε;». Ιδιαιτέρως περιποιήθηκε την Κατερίνα Σχινά και κατέληξε με ένα δριμύ υβρεολόγιο εναντίον του «λαγού» Αντώνη Λιάκου, με νομική διατύπωση: «Μόνο οίκτο μού προκαλεί το φαινόμενο Λιάκου. Γνώριζα βέβαια πως κάποιοι γκαιμπελίσκοι καραδοκούν και κατά καιρούς εξαπολύουν τον συκοφαντικό τους οχετό. Αλλά ένας λαγός να μεταμφιέζεται αποκριάτικα σε σουπιά για να εκτελέσει τη συκοφαντική του διαστροφή, και μάλιστα καθηγητής Πανεπιστημίου, είναι απ’ τ’ άγραφα.Αν απαντώ είναι για να δείξω το μέγεθος της συκοφαντικής του διαστροφής. Γιατί ενώ τον συμβούλεψα να ζητήσει συγγνώμη για τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας εν γνώσει του και με πρόθεση, με δόλο να θίξει την επαγγελματική και προσωπική μου τιμή, επανέρχεται διαστρέφοντας τα διεστραμμένα». Το άρθρο του Κ.Γ. εδώ και η συνέχειά του εδώ 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 

Δεν θα ασχοληθώ με τα ανοητολογήματα και τις ύβρεις του Κ. Γεωργουσόπουλου. Θα σταθώ μόνο σε δύο σημεία, χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του:

1. Έγραψε τάχα διακριτικά, αλλά ο ιδιοτελής υπαινιγμός είναι κραυγαλέος: «Πού είσαι, Καλύβα, της χούντας, που με ανέβασες στην ταράτσα με την κατηγορία του αντεθνισμού», στο κείμενό του στα «Νέα» της 1.3.2008. Αναφερόταν στον χουντικό υπαστυνόμο Ιωάννη Καλύβα και την ταράτσα της Μπουμπουλίνας. Κι όλα αυτά αφού είχε περάσει γενεές δεκατέσσερις τον Αντώνη Λιάκο, τον άνθρωπο ακριβώς ο οποίος φυλακίσθηκε κατά τη δικτατορία από το 1969 έως το 1974. Και φυσικά έχει το ήθος να μην το κάνει σημαία ούτε να πωλεί τις αντιστασιακές περγαμηνές του. Μόνο κάτι τζάμπα Ελληνάρες «αντιστασιακοί» πωλούν «αντίσταση» σήμερα στην… παγκοσμιοποίηση, με τα «πνευματικά» τους όπλα, δηλαδή με μπούρδες και βρισιές. Μόνο κάτι κρυπτορατσιστές χρησιμοποιούν εξυπναδίστικες ύβρεις τύπου «Μιτσιγκάνοι» (ή «Μιτσιγγάνοι») και μιλούν ύπουλα περί «μεταμοντέρνων της διασποράς (προσέξατε πώς αποφεύγουν να μιλήσουν για ομογένεια και ομογενείς – εξάλλου η ελληνική διασπορά δεν έχει καμία σχέση με όρους ιστορικούς με την εβραϊκή, έτσι;)».

2. Αφού χρησιμοποίησε όλους τους βάρβαρους και προφανώς ανυπόστατους χαρακτηρισμούς εναντίον τόσων πολιτισμένων ανθρώπων, απειλεί τον Αντώνη Λιάκο με προσφυγή στα δικαστήρια, αν δεν του ζητήσει συγγνώμη. Αυτό το κτηνώδες θράσος, αυτός ο τραμπουκισμός είναι που σοκάρει. Όχι πως δεν περνάει από το μυαλό του ότι, λόγου χάρη, ο Β. Λαμπρόπουλος τον οποίο προπηλάκισε με τόσο βάρβαρο τρόπο («εθνοκτόνος δολοφόνος με το πριόνι», «Αννίτα Πάνια της νεοελληνικής φιλολογίας» κ.λπ.) θα μπορούσε να προσφύγει στη Δικαιοσύνη, αλλά ξέρει ότι δεν είναι εκβιαστής, ότι είναι πολιτισμένος άνθρωπος, του δημοσίου διαλόγου, και δεν θα το πράξει. Ο ίδιος όμως θεωρεί φυσικό να απειλεί (δις) τον Αντώνη Λιάκο, αφού πρώτα τον έχει περιλούσει με τόσα κοσμητικά.

3. Δημόσιος διάλογος με επιχειρήματα από τη μια και λεκτικούς τραμπουκισμούς από την άλλη δεν γίνεται. Διάλογος τεσσάρων όντως καθηγητών με σημαντικό έργο (Στάθη Γουργουρή, Βασίλη Λαμπρόπουλου, Αντώνη Λιάκου, Δημήτρη Παπανικολάου) και την Κατερίνα Σχινά με τον συνάδελφο του «««καθηγητή»»» Ζουράρι ««καθηγητή»» Γεωργουσόπουλο δεν νομίζω πως είναι δυνατόν να γίνει.

 

«Είμαστε όλοι εθνοκτόνοι με πριόνι»

Άλλα σχετικά δημοσιεύματα: 

Ecclesianet

Ροΐδη Εμμονές

Στέλιος Φραγκόπουλος

Θεόδωρος Γρηγοριάδης

Πολιτικό Καφενείο

Τιπούκειτος

Old Boy

Τοις Εντευξομένοις (Μάκης Καραγιάννης)

Lifo

 

 

8 Responses to Κώστας Γεωργουσόπουλος: Ο Aυτόχθων εναντίον ετεροχθόνων

  1. Ο/Η makis λέει:

    Εντοπίστηκε τελικά πού και πότε είναι ή ήταν «καθηγητής» ο Ζουράρις? Κι αν δεν υπήρξε ποτέ, γιατί αποδέχεται να τον προσφωνούν έτσι? Μια ερώτηση από περιέργεια κάνω, ούτε που μ’ ενδιαφέρει το άτομο!

  2. […] Η Αρχή… 1) Βασίλης Λαμπρόπουλος: «Με χαλάει η προγονολατρία που εστιάζεται στις “χαμένες πατρίδες”». Αυτή ήταν η αφορμή της επίθεσης του κ. Γεωργουσόπουλο στον Β. Λαμπρόπουλο στο ένθετο περιοδικό «Κ» της Καθημερινής (10.2.2008). […]

  3. Ο/Η omadeon λέει:

    Κύριε Βασιλάκη, πολύ καλό το ποστ. Θα ήθελα να σχολιάσω μία λεπτομέρεια μόνο, προς το παρόν, την εκτός τόπου και χρόνου καπηλεία του Οδυσσέα Ελύτη από τον Ελληναρά Γεωργουσόπουλο, στο σημείο που εξόργισε κι εσάς, όταν το αναφέρατε

    ….με σοκάρει το απύθμενο θράσος του φωτόμορφου τέκνου της Ελλάδος Κ. Γεωργουσόπουλου να καθυβρίζει ένα τόσο μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας κραδαίνοντας εν είδει λαβάρου «Εν τούτω νίκα» τους στίχους του Ελύτη: «Σελτζούκοι, ροπαλοφόροι καραδοκούν / χαγάνοι, ορνεοκέφαλοι βυσσοδομούν / σκυλοκοίτες και νεκρόσιτοι κι ερεβομανείς / κοπροκρατούν το μέλλον».

    Ε, δεν είναι η πρώτη φορά τέτοιας… Ελυτο-καπηλείας. Και ο θανών Χουντόδουλος ψέλλιζε κάτι στίχους του Ελύτη από τον άμβωνα, εδικά επιλεγμένους για να βολεύουν.

    Στην πραγματικότητα το έργο του Ελύτη από το οποίο απέσπασε τους στίχους που τον βόλευαν ο Κ.Γ. αναφερόταν σε συνεργάτες κατακτητών και άλλους διεφθαρμένους ανθρώπους, εντός και εκτός Ελλάδας, σε μία εποχή που ήταν πάρα πολύ δύσκολη και όπου ήταν απαραίτητο να αντιτάξει κανείς σε όλη εκείνη τη σαπίλα μια καθαρότητα.

    Ας τολμήσει ο Γεωργουσόπουλος να απαγγείλει κάτι… άαααλλους στίχου του Ελύτη, πολύ πιο οικουμενικούς, διεθνιστικούς και αναρχικούς (σχεδόν) από τη «Μαρία Νεφέλη» αλλά και από το ίδιο το άξιον εστί (όχι όλοι αλλά ορισμένοι – που ίσως του φαίνονται και πολύ αινιγματικοί) και τότε… θα τα ξαναπούμε μαζί του.

    Μέχρι τότε, as far as I am concernted, ο Κ.Γ. είναι ένας… μπουζουκοκέφαλος βλαξ.

    Επίσης, εξαιρετικά σωστά τα λεχθέντα του Λαμπρόπουλου, εύστοχα, επίκαιρα και σοφά.

    Την καλησπέρα μου! :)

  4. Ο/Η BILL λέει:

    μην περιμενετε να ακουσετε τιποτα λογικο απο φιλολογους. τα ατομα ειναι για τα πανηγυρια.

  5. Ο/Η stinathina λέει:

    εξαιρετικό ποστ! Έχω χαρεί πολύ που στο δύκτιο μπορούμε να βρούμε τόσο ολοκληρωμένες έρευνες που επιτρέπουν να βγάλουμε και μεις τα συμπεράσματα μας! Κάποιες φορές λέτε και σεις καμιά χοντράδα αλλά τι να κάνουμε άνθρωπος είσαστε αλλιώς το ποστ σας είναι υπόδειγματικό, ναι η μπλογκόσφαιρα προάγει την ενημέρωση και την κατανόηση! Ενώ για άλλη μια φορά διατηρώ αποστάσεις από όλους παρατηρώ το εξής και εμμένω σ’ αυτό για να μη μπω σε ποδοσφαιρικού τύπου συγκρούσεις.. υπάρχει δυναμικός διάλογος στον Ελληνόφωνο χώρο και παρήγορες παθιασμένες συγκρούσεις και κάτι γεννιέται επιτέλους κάτι ανοικτό, πρέπει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε. Ο κος Β.Λαμπρόπουλος έχει κι αυτός ένα κάρο υπεραπλουστεύσεις, νομίζω πως με το χάρισμα που έχει μόνο μ’ αυτόν αξίζει να διαφωνήσουμε αντί να ασχολούμαστε με τον «ολοκληρωμένο» πλέον λόγο του κου Γεωργουσόπουλου κι αυτό διότι ο πρώτος κάτι μπορεί να γεννήσει. Πάντως κι αυτός έχει κλειστό λόγο στην πραγματικότητα ο οποίος όσο κι αν φαίνεται εύλογος και επόμενος τελικά πολύ γρήγορα γίνεται ασφηκτικός. Έτσι νομίζω. Η ανοησία του κ.Κ.Γ. δεν επιτρέπεται να δικαιολογεί κανέναν.

  6. Ο/Η George λέει:

    Ο Ζουράρις υπήρξε καθηγητής. Αυτό είναι γεγονός. Καθηγητής του Κρυφού Σχολειού.

  7. Ο/Η etalon λέει:

    Τα ολοθερμα συγχαρητηρια μου για το post, τη θεση σας και την όλη αναπτυξη ενος καυτου θεματος που περασε στα ψιλα. Εξαιρετικη δουλεια!!!

  8. Ο/Η derwanderer λέει:

    Ο Κακο-Μύρης ΟΥΤΕ ΕΙΝΑΙ ΟΥΤΕ και ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΠΟΤΕ καθηγητής Πανεπιστημίου, για έναν απλό και ταπεινωτικό (γι’ αυτόν βέβαια) λόγο: ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΤΙΤΛΟ ΔΙΔΑΚΤΟΡΟΣ. Τι είναι στην έδρα Θεατρικών Σπουδών του Αθήνησι Εθνικού και Καποδιστριακού τότε; ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ, συμβασιούχος έργου δηλαδή, οι αρμοδιότητες του οποίου ρυθμίζονται από τους εκάστοτε καθηγητές-μέλη του ΔΕΠ. Τι κάνει ένας επιστημονικός συνεργάτης στους φοιτητές του: τυπικά, επιστημονικές διαλέξεις, χωρίς δικαίωμα εξέτασης ή βαθμολογίας, τουλάχιστον όχι χωρίς κάλυψη από άλλο τακτικό μέλος του ΔΕΠ υπό το οποίο υπάγεται. Για να είμαστε όμως και δίκαιοι, μην νομισθεί ότι σνομπάρω: Πολλοί, πάρα πολλοί ειδικοί επιστήμονες, και αξιολογότατοι είναι, και έργο επιστημονικό παράγουν και τα ΤΥΠΙΚΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ διαθέτουν… Θέσεις τακτικού ΔΕΠ περιμένουν (εκτός από αυτούς που ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ να τις διεκδικήσουν).
    Έγραψα ένα σχετικό mail στον κ. Βασιλάκη. Εδώ παραθέτω ένα από τα λίγα διαδικτυακά βιογραφικά του ΛΟΓΙΟΥ όπου αναγράφεται πλήρως η θέση του στο Πανεπιστήμιο – και δεν πνίγεται το κουνέλι, κατά το σύνηθες, δια του βαρύγδουπου «διδάσκει στο πανεπιστήμιο»:
    «…Από το 1990 διδάσκει ως επιστημονικός συνεργάτης στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών…»
    Δείτε: http://petridisradio.blogspot.com/2007/09/blog-post_7496.html
    Θαυμάστε ακόμα και τον μοναδικό διδακτορικό τίτλο του (αντίστοιχης αξίας με εκείνους του Κυρίου Κυρίου Προέδρου Σαρτζετάκη ή της Έλενας Τσαουσέσκου, για να θυμηθούμε και μια από τις πιο ακραίες περιπτώσεις αναγόρευσης σε επίτιμη διδάκτορα). Πρέπει να είναι παγκόσμια πρωτοτυπία: Ο «καθηγητής» ενός ιδρύματος, έστω ο «διδάσκων», να αναγορεύεται σε επίτιμο διδάκτορά του! ΟΛΗ Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΕΙΝΑΙ ΤΥΠΙΚΗ ΤΗΣ ΜΕΤΡΙΟΦΡΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΜΕΤΡΟΥ ΤΟΥ ΤΙΜΩΜΕΝΟΥ. Απολαύστε την. Εκεί ομολογεί –για όποιον γνωρίζει έστω και ξώφαλτσα τα πανεπιστημιακά– ότι ούτε εξετάζει γραπτώς, ούτε διδάσκει κατά τον κλασικό τρόπο, μόνο βιβλιογραφία τους δίνει…
    http://kapodistriako.uoa.gr/stories/091_in_01/index.php?m=2
    ΠΑΝΤΩΣ Ο K.X.M. ΥΠΗΡΞΕ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΕΡΙΩΝΥΜΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟ «ΕΛΛΗΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΝ ΙΔΡΥΜΑ»: του Κολλεγίου Αθηνών, ως το 1970, νομίζω. Διακόνησε επίσης την επιστήμη του και σε ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΚΑΝΙΓΓΟΣ (φροντιστήρια τύπου «Μπελεζίνη» κ.λπ., κ.λπ.). Το λέει και ο ίδιος στην ως άνω συνέντευξη. ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΝΕΙΣΤΕ, ΠΑΡΑΔΟΠΙΣΤΟΙ, τον τίτλο του ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ;

Αφήστε απάντηση στον/στην makis